Δέκατο τρίτο μέρος: Δύο αγώνες ποδοσφαίρου, μία και η αυτή εξέγερση

«Το ποδόσφαιρο είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα»

Don Durito de La Lacandona («DD», για τα νομικά θέματα)

Νοέμβριος 2023.

Ι. Παραμονές του Ταξιδιού για τη Ζωή – κεφάλαιο Ευρώπη.

Δεχτήκαμε μία ποδοσφαιρική πρόκληση από μία γυναικεία ομάδα της Ευρώπης που αντιστέκεται και αγωνίζεται.

Ο SupGaleano έχει αυτοχριστεί «προπονητής» της ομάδας «Ixchel – Ramona», που αποτελείται από γυναίκες πολιτοφύλακες. Όπως αρμόζει, ο Sup έχει μελετήσει την αντίπαλη ομάδα. Συγκεντρώνει τις συντρόφισσες που θα κάνουν το ταξίδι. Αναλύει με κάθε λεπτομέρεια τις ικανότητες και τα χαρακτηριστικά κάθε παίκτριας. Πηγαίνει στον Υποδιοικητή Μοϊσές και του λέει τη διάγνωσή του: «θα μας κάνουν κομματάκια». Ο SubMoy τον κοιτάζει μ’ ένα ύφος «και λοιπόν;», σαν να το θεωρεί δεδομένο. Όμως ο μακαρίτης πλέον είχε κάτι ακόμα να πει: «Έχω όμως ένα μυστικό σχέδιο, όπως λέει η Dení. Με αυτό, θα φέρουμε επανάσταση στο ποδόσφαιρο και θα επαναπροσδιορίσουμε την ουσία του: το παιχνίδι».

Ο Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μοϊσές, συντονιστής του ταξιδιού, είναι αρκετά απασχολημένος με τις διαδικασίες της προετοιμασίας, τα πιστοποιητικά γέννησης, τα διαβατήρια και τον σχεδιασμό της διαδρομής που θα ακολουθηθεί, οπότε αφήνει τον SupGaleano να προχωρήσει «κατά την διακριτική του ευχέρεια». Ο μέλλων μακαρίτης χαμογελάει και λέει: «Διακριτικός είναι το δεύτερο επώνυμό μου» (μη με ρωτήσετε ποιο ήταν το πρώτο επώνυμό του γιατί θα χρειαζόταν πολλές σελίδες για να το εξηγήσω).

Ο μετέπειτα μακαρίτης ξεκινά την προετοιμασία της γυναικείας ομάδας. Αλλά για να πετύχει η στρατηγική του, χρειάζεται την υποστήριξη του τρομερού, τρομακτικού και τεράστιου «Κομάντο Ποπκόρν»,[1] το οποίο, εκείνη την εποχή, προσπαθεί να ανοίξει μια τρύπα στο πλοίο εκπαίδευσης στο οποίο προετοιμαζόταν η επονομαζόμενη «Μοίρα 421». Τα παιδιά, απογοητευμένα από το γεγονός ότι, πριν τελειώσουν το σκάψιμο κάτω από την ίσαλο γραμμή, το πλοίο έχει μετατραπεί σε ένα επιβλητικό δικινητήριο αεροπλάνο, πήγαν να συμβουλευτούν τον SupGaleano για το τι θα μπορούσαν να κάνουν για να βάλουν φωτιά στο αεροσκάφος. Ο Sup τους έπεισε ότι δεν ήταν σκόπιμο να το κάψουν, ότι ήταν προτιμότερο να περιμένουν μέχρι τη στιγμή που θα είναι εν πτήσει για να το καταρρίψουν από μέσα. Ο αγαπημένος Amado και ο Chinto έφεραν αντιρρήσεις: άμα πέσει το αεροπλάνο, θα πέσει και το Κομάντο Ποπκόρν. Ο Sup απάντησε ότι δεν ήταν ώρα να ασχοληθούμε με μικροπράγματα. Άλλωστε, το Κομάντο, αξίζει να το επαναλάβουμε, ήταν επιφορτισμένο με υψηλότερα καθήκοντα από το να σαμποτάρει ένα αεροπορικό ταξίδι που ούτε καν η αγορά των εισιτηρίων του είχε ολοκληρωθεί, για να μην πούμε για την έλλειψη διαβατηρίων και για το γεγονός ότι η πλειοψηφία της επονομαζόμενης «Αερομεταφερόμενη Ομάδα Η Εκτός Εποχής» ζαλιζόταν ακόμα και σε ένα καμιόνι.

Το Κομάντο Ποπκόρν, ο Σουπ, ο Τσοτς, ο Τραγόν και η Πελούσα[2] συγκεντρώθηκαν στο άκρως μυστικό καταφύγιο που βρισκόταν στο υπόστεγο του Puy στην περιοχή Τσοτς Τσοχ, και προχώρησαν στην τελειοποίηση των λεπτομερειών αυτού που, έκτοτε, θα γινόταν γνωστό παγκοσμίως ως «Λαμπρό και Εξαιρετικό Σχέδιο για να Νικήσουμε έναν Αντίπαλο Καλύτερα Προετοιμασμένο, Εκπαιδευμένο και Εξοπλισμένο από Εμάς» (ΛΕΣΝΑΚΠΕΕΕ, το ακρωνύμιό του), με τον υπότιτλο «Και που έχουν καλύτερη τεχνική και έλεγχο της μπάλας».

Η άκρως απόρρητη συνάντηση συνεχίστηκε κανονικά. Δηλαδή, ο Chuy πήρε το γλειφιτζούρι τσαμόι[3] της Lupita, η Verónica έδωσε ένα χαστούκι στον Chuy και, σαν να ήταν η Ανώτατη Κυβέρνηση, κράτησε για τον εαυτό της το γλειφιτζούρι του Chuy, που ήταν πριν της Lupita και τώρα δικό της. Ο Chinto και ο αγαπημένος Amado επέμεναν ότι τα ποδήλατά τους είχαν χαλάσει «έτσι απλά» και ότι ο Monarca έπρεπε να τα φτιάξει. Η Πελούσα, ο Τραγόν και ο Τσοτς έψαχναν στο τραπέζι για μπισκότα, και ο Sup έδινε ένα σεμινάριο για το «Πώς να κερδίσεις έναν ποδοσφαιρικό αγώνα όταν όλα είναι εναντίον σου».

Το φαινομενικό χάος υποχώρησε όταν ο Sup έβγαλε, ποιος ξέρει από πού, ένα κουτί «Choki La Galleta Diabólica [Choki Το Διαβολικό Μπισκότο]», και μόνο τότε –αφού καθάρισαν πέντε πακέτα– μοιράστηκαν οι αποστολές, έγινε το χρονοδιάγραμμα και μπούκωσαν το έκτο πακέτο «προς τιμήν των μελλοντικών πεσόντων». «Και πεσουσών», ο Chuy αισθάνθηκε την υποχρέωση να προσθέσει, μόνο και μόνο για να δεχτεί από τη Veronica ένα ακόμα χαστούκι τού στυλ «η ισότητα των φύλων δεν ισχύει στη δυστυχία». Η Lupita επιδοκίμασε την κίνηση με το γλειφιτζούρι τσαμόι που της είχε δώσει ο Sup για να σταματήσει να κλαίει.

Πήγαν λοιπόν το «τρεις φορές Τ» Κομάντο Ποπκόρν, ο Sup και η σκυλίσια πτέρυγα του Κομάντο στο σπορείο, βρήκαν εκεί τις συγκεντρωμένες γυναίκες της πολιτοφυλακής, και τους εξηγήθηκε και εξασκήθηκαν στο νέο «παθητικό-επιθετικό» σχήμα, το οποίο, όπως άρμοζε, είχε ως πρωταγωνιστικό πυρήνα το παραπάνω Κομάντο.

Ακολουθώντας τον παλιό και δοκιμασμένο κανόνα των ζαπατίστας «Μην παίζεις με τους κανόνες του εχθρού», ο Σουπ ανέπτυξε ένα είδος μείγματος ράγκμπι, μαζί με δραματουργία του δέκατου ένατου αιώνα, κάτι από Άνιμε, από χολιγουντιανό κινηματογράφο με κάτι από Κάννες, λίγο ιμπρεσιονισμό του Μονέ, μια πρέζα Άλαν Πόε ανακατεμένη με Κόναν Ντόιλ, κάτι από το έπος του Θερβάντες, τη συνοπτικότητα του Τζόις, την οπτική γωνία του Μπουνιουέλ, μια πρέζα Μπρεχτ ανακατεμένη με Μπέκετ, τα μπαχαρικά των τάκος αλ παστόρ, μια cumbia πολύ υποτονική, την Anita Tijoux[4] και την Shadia Mansour[5] να γκρεμίζουν τα σύνορα –Λευτεριά στην Παλαιστίνη–, και, εντάξει, δεν τα σημείωσα όλα, αλλά το μόνο που έλειπε ήταν η μπάλα.

Η συγκεκριμένη στρατηγική είχε 3 παραλλαγές:

Η πρώτη ήταν ότι η Verónica θα άρπαζε μια ζαπατιστική κούκλα και θα κατευθυνόταν αποφασιστικά προς το αντίπαλο τέρμα, θα στεκόταν μπροστά στην τερματοφύλακα και θα της μιλούσε στα τσό’ολ. Η τερματοφύλακας, φυσικά, δεν θα καταλάβαινε τίποτα, αλλά εκεί θα ήταν η Lupita και η Esperanza Zapatista που θα μετέφραζαν με νοήματα ότι το κορίτσι της έδινε την κούκλα. Και η Esperanza [Ελπίδα], όπως λέει και το όνομά της, θα προσφερόταν να τους βγάλει μια φωτογραφία όλες μαζί με το κορίτσι και την κούκλα. Για τη φωτογραφία, θα της έλεγε να αφήσει την μπάλα, γιατί η Verónica ήθελε να την αγκαλιάσει. Μόλις θα γινόταν αυτό, η Esperanza θα κλώτσαγε την μπάλα «στο βάθος της εστίας» και όλη η ομάδα θα φώναζε «Γκολ!». Εξασκήθηκαν σ’ αυτό αμέτρητες φορές με επιτυχία. Το μόνο που δεν μπορούσαν να καταφέρουν ήταν να μην αρπάξει η Verónica την κούκλα από την τερματοφύλακα και να φύγει τρέχοντας.

Η δεύτερη παραλλαγή αφορούσε την περίπτωση όπου η τερματοφύλακας των ζαπατίστας έπαιρνε την μπάλα, την έβαζε κάτω από τη φανέλα της, σαν να ήταν έγκυος, και άρχιζε να περπατάει. Όλη η ζαπατιστική ομάδα έτρεχε να την βοηθήσει και να την πάει στις ιατρικές υπηρεσίες. Βέβαια, επειδή βρίσκονταν σε ξένο έδαφος, οι συντρόφισσες έκαναν λάθος και πήγαιναν μπροστά στην αντίπαλη εστία, όπου, ως εκ θαύματος, η τερματοφύλακας των ζαπατίστας «ξαλάφρωνε» από την μπάλα, η οποία κυλούσε και περνούσε μετά βίας τη γραμμή του αντίπαλου τέρματος, γεννώντας ένα γκολ τέτοιο που σε κάνει να ξεχνάς τον Μέσι και τον Κριστιάνο. Εν τω μεταξύ, το TTT Κομάντο Ποπκόρν περικύκλωνε την αδελφή που ήταν υπεύθυνη για τον πίνακα του σκορ, για να την «παροτρύνει» να μετρήσει το γκολ που επιτεύχθηκε «χάρη στη θυσία της συντρόφισσας ζαπατίστα και του στρογγυλού μωρού της».

Η τρίτη παραλλαγή είχε ένα ρίσκο για την πρωταγωνίστρια, αφού έπρεπε να προσποιηθεί ότι λιποθυμούσε. Δοκιμάστηκε μόνο μία φορά στο σπορείο, επειδή το έδαφος εκεί είναι αμμοχάλικο (πέτρα και άμμος) και υπήρχε η ελπίδα ότι στο αντίπαλο γήπεδο θα έχει γρασίδι. Η συντρόφισσα έπρεπε να λιποθυμήσει στη μέση του γηπέδου. Ο Υποδιοικητής Μοϊσές, ανάστατος, θα έτρεχε να δει τη συντρόφισσα και μαζί του θα ξεσηκωνόταν όλος ο ζαπατιστικός πάγκος. Όλες οι συντρόφισσες θα φώναζαν, στις αντίστοιχες μητρικές τους γλώσσες, να έρθουν οι ιατρικές υπηρεσίες. Όπως ήταν αναμενόμενο, ο αντίπαλος δεν θα είχε ιατρική υπηρεσία, οπότε θα χρειαζόταν να έχουμε εκ των προτέρων ένα φορείο. Τότε, η διαιτητής θα καλούσε τους τραυματιοφορείς, αλλά ο Σουμπ Μοϊσές θα επικαλούνταν τα έθιμα των ιθαγενών λαών, οπότε οι ίδιες οι ζαπατίστας θα σήκωναν το λιπόθυμο κορίτσι και θα το έβαζαν στο φορείο. Μπερδεμένες καθώς θα ήταν από τον πόνο και τη στεναχώρια που έβλεπαν την αδελφή τους να πέφτει στη μάχη, οι γυναίκες της πολιτοφυλακής δεν θα έφταναν στον πάγκο μεταφέροντας το φορείο, οπότε θα κατέληγαν στο αντίπαλο τέρμα. Εκείνη τη στιγμή, οι πρώτοι θεοί, αυτοί που γέννησαν τον κόσμο, θα έκαναν τη δουλειά τους και η τραυματισμένη συντρόφισσα θα ξυπνούσε χωρίς να χρειαστεί να τη φιλήσει κανένας αρσενικός βάτραχος, πληβείος ή αριστοκράτης, θα έβρισκε τη μπάλα στα πόδια της, ακριβώς πάνω στη γραμμή του τέρματος και με μια κλωτσιά θα σφράγιζε τη μοίρα της. Ενθουσιασμένες, όπως ήταν αναμενόμενο, που έβλεπαν τη συντρόφισσά τους να έχει σωθεί, οι γυναίκες της πολιτοφυλακής θα φώναζαν «Γκοοολ!». Την ίδια στιγμή, το Κομάντο Ποπκόρν θα βρισκόταν ήδη κάτω από τον πίνακα του σκορ για να εξασφαλίσει ότι θα γιορταστεί η ζωή.

Την τέταρτη παραλλαγή δεν την πολυθυμάμαι –ξέρω ότι είπα ότι ήταν τρεις, αλλά δεν ήταν τέσσερις οι σωματοφύλακες;–, αν και ήταν παρόμοια σε πνεύμα, δημιουργικότητα και σκανταλιά με τις άλλες τρεις.

Σύμφωνα με όσα μου αφηγήθηκαν μετά την επιστροφή τους οι γυναίκες της πολιτοφυλακής, στις περιοχές που αποκαλούν «Ιταλία» και «Ισπανικό Κράτος», οι αντίπαλες αδελφές κατάλαβαν γρήγορα προς τα πού πήγαινε το πράγμα και άρχισαν να παίζουν με το ίδιο στυλ. Δεν ξέρω αν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από τη FIFA ως ποδόσφαιρο, αλλά, κρίνοντας από τις φωτογραφίες και τα βίντεο που μου έδειξαν, ήταν γιορτή. Το αποτέλεσμα: καμιά δεν κέρδισε και καμιά δεν έχασε… και η Verónica επέστρεψε με την κούκλα που, κατά πάσα πιθανότητα, ανήκε στον μακαρίτη πια SupGaleano. Όχι, δεν του την έδωσε πίσω.

«Και αυτό ήταν το μήνυμα για τις γεωγραφίες όλου του κόσμου: μην παίζετε με τους κανόνες του εχθρού σας, φτιάξτε τους δικούς σας κανόνες», μου δήλωσε ο SupGaleano πριν αφήσει την τελευταία του πνοή.

-*-

ΙΙ. Πόσες Κύπροι χωράνε σε έναν αγώνα ποδοσφαίρου;

Αυτό μου το είπε ο Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μοϊσές, όταν μου διηγήθηκε λεπτομέρειες και ιστορίες από το λεγόμενο «κεφάλαιο Ευρώπη» του Ταξιδιού για τη Ζωή. Τα παρακάτω είναι όσα κατάφερα να συγκρατήσω από την, γεμάτη θαυμασμό και σεβασμό, αφήγηση του Υποδιοικητή Μοϊσές.

«Υπάρχει μια γεωγραφία που ονομάζεται Κύπρος. Και λοιπόν, είναι διαιρεμένη, δηλαδή κομματιασμένη. Υπάρχουν Κύπριοι, υπάρχουν Ελληνοκύπριοι, υπάρχουν Τουρκοκύπριοι και δεν θυμάμαι πόσοι άλλοι που ονομάζονται Κύπριοι. Οι καπιταλιστές χώρισαν αυτή τη γη, την κομμάτιασαν. Και κομμάτιασαν επίσης τους ανθρώπους της, τη γλώσσα της, την ιστορία της, τον πολιτισμό της. Και κατέληξε, αν και είναι ένα μικρό νησί, όλοι οι λεφτάδες να το θέλουν, και, όπως κάνουν συνήθως, το χωρίζουν, αλλά η κάθε μεριά θέλει τη μεριά του άλλου. Με άλλα λόγια, ανάμεσα στους ισχυρούς και τους πολέμους τους, παγιδεύονται οι λαοί.

Λοιπόν, σε αυτή τη γεωγραφία που ονομάζεται Κύπρος υπάρχει μια ποδοσφαιρική ομάδα.[6] Έχει καλούς παίκτες και είναι επαγγελματίες. Δηλαδή, η δουλειά τους είναι να παίζουν ποδόσφαιρο. Λοιπόν, χάνουν αρκετούς αγώνες και βρίσκονται μεταξύ τους για να το αναλύσουν και λένε ότι χάνουν επειδή η στρατηγική των αγώνων είναι λάθος. Πηγαίνουν και το λένε στον ιδιοκτήτη της ομάδας, δηλαδή στο αφεντικό, ότι γι’ αυτό το λόγο χάνουν, ότι αυτοί έχουν σκεφτεί μια καλύτερη στρατηγική και έτσι θα κερδίζουν πιο πολλούς αγώνες.

Το αφεντικό, δηλαδή ο ιδιοκτήτης της ομάδας, τους κοιτάζει υποτιμητικά και τους λέει: “Κερδίζετε ή χάνετε κατά πώς με βολεύει. Μερικές φορές με βολεύει να χάνετε, κι έτσι θα παραμείνει”.

Οι παίκτες ξέρουν να παίζουν καλά, αλλά έχουν και καλή καρδιά. Έτσι, όπως λένε, ξεσηκώνονται. Το λένε αντίσταση και εξέγερση, αλλά στη δική τους γλώσσα. Και στέλνουν τον ιδιοκτήτη της ομάδας, δηλαδή το αφεντικό, στο διάολο. Φτιάχνουν, λοιπόν, τη δική τους ποδοσφαιρική ομάδα. Και οργανώνονται και χτίζουν το δικό τους γήπεδο. Αυτή η γη είναι χωρισμένη, οπότε, στη μέση, τη λένε “ γη του κανενός”, κι εκεί χτίζουν το γήπεδό τους και μετά καλούν όποιον θέλει να παίξει και να προπονηθεί να το κάνει. Οι άλλες ομάδες και σύλλογοι που αγωνίζονται τους υποστηρίζουν και οργανώνονται καλά. Δεν έχει σημασία αν είσαι Κύπριος, Ελληνοκύπριος, Τουρκοκύπριος ή Κύπριος-δεν-ξέρω-τι. Δεν υπάρχει καμία είσπραξη, είναι εθελοντικό ό,τι θέλει να δώσει ο καθένας. Οπότε, όπως λένε, δεν έχει σημασία η αμοιβή. Έτσι, κάθε τόσο κάνουν τους αγώνες τους και δεν υπάρχουν διαχωρισμοί εθνικοτήτων, θρησκειών, σημαιών, υπάρχει μόνο ποδόσφαιρο. Και είναι σαν γιορτή.

Με άλλα λόγια, όπως λένε, αυτά τα αδέρφια γκρέμισαν τα σύνορα που είχαν φτιάξει τα αφεντικά και οι ιδιοκτήτες».

«Δηλαδή είναι σαν να έφτιαξαν το καρακόλ τους. Έχουν ένα ποδοσφαιρικό καρακόλ! Τους είπα, γιά να δούμε πότε θα μπορέσουμε να παίξουμε έναν αγώνα εκεί στη γη τους ή εδώ στη γη του κανενός», λέει ο Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μοϊσές, φωνή των ζαπατιστικών κοινοτήτων, επικεφαλής του EZLN και συντονιστής του Ταξιδιού για τη Ζωή.

-*-

Εντάξει. Να έχουμε υγεία, και μακάρι τα παιχνίδια, όπως και τα ποδήλατα, να μην είναι ανταγωνισμός αλλά αφορμή για να ζήσουμε μαζί ανάμεσα σε διαφορετικούς ανθρώπους.

Βεβαιώνω.

Από τα βουνά του νοτιοανατολικού Μεξικού.

Ο Καπετάνιος.

Μεξικό, Νοέμβριος 2023. 40, 30, 20, 10, 2 χρόνια μετά.

Μουσική: “Somos Sur”, ερμηνεία Ana Tijoux και Shadia Mansour
Εικόνες του αγώνα ποδοσφαίρου μεταξύ της ομάδας Ixchel-Ramona και των αντιπάλων αδελφών Ιταλίδων τραβηγμένες στη γεωγραφία που αποκαλούν Ρώμη, Ιταλία, τον Νοέμβριο του 2021. Προστέθηκαν εικόνες της κινητοποίησης των ζαπατιστικών λαών ενάντια στους πολέμους (2022). Tercios Compas. Copyleft Νοέμβριος 2023

 

[1] Στο πρωτότυπο: temible, terrible y terrorífico «Comando Palomitas» (φοβερού, τρομερού και τρομακτικού «Κομάντο Ποπκόρν»). Επιλέξαμε μια μη ακριβή, κατά ένα μέρος, απόδοση, ώστε να ανταποκρίνεται στις δύο αναφορές στη συνέχεια του κειμένου: «το “τρεις φορές Τ” Κομάντο Ποπκόρν» και «το TTT Κομάντο Ποπκόρν».

[2] Ο Τσοτς, ο Τραγόν και η Πελούσα είναι τρία σκυλάκια που συνήθως συνοδεύουν το Κομάντο Ποπκόρν στις επιδρομές του.

[3] Μεξικάνικο γλυκό, που έχει άλλοτε τη μορφή γλειφιτζουριού με ξυλάκι και άλλοτε φρουτοχυμού.

[4] Η Anita Tijoux γεννήθηκε το 1977 στη Γαλλία από γονείς πολιτικούς εξόριστους από τη Χιλή. Είναι τραγουδίστρια και μουσικός, φεμινίστρια και αντικαπιταλίστρια. Υποστηρίζει σθεναρά τον αγώνα για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης.

[5] Η Shadia Mansour, γεννημένη το 1985 στην Αγγλία από γονείς Παλαιστίνιους, είναι γνωστή ως «η πρώτη κυρία του αραβικού χιπ-χοπ». Οι στίχοι της επικρίνουν την πολιτική του ισραηλινού κράτους και υποστηρίζουν την παλαιστινιακή αντίσταση. Το 2014 η Mansour συνεργάστηκε με την Anita Tijoux στο τραγούδι «Somos Sur» (Είμαστε Νότος), που αναφέρεται στη σημασία ενός παγκόσμιου κινήματος αντίστασης.

[6] Η αφήγηση του Υποδιοικητή Μοϊσές είναι μια ιστορία από το μέλλον. Είναι η σύνθεση της πραγματικής ιστορίας μιας επαγγελματικής ομάδας από την Κύπρο (την οποία οργάνωσαν οι οπαδοί της ενάντια στις επιθυμίες του αφεντικού της) και των πολλών συναντήσεων συντρόφων και συντροφισσών από όλο το νησί, που πραγματοποιούνται τα τελευταία χρόνια στη «νεκρή ζώνη» (στη «γη του κανενός»). Εκεί πραγματοποιήθηκε και τμήμα των εκδηλώσεων του Ταξιδιού για τη Ζωή στην Κύπρο.