Tρίτο Μέρος: Η Dení
Ο εκλιπών SupMarcos έλεγε ότι οι λόγοι για την εξέγερση δεν μπορούσαν να γίνουν κατανοητοί χωρίς να γνωρίζει κανείς πρώτα την ιστορία της Paticha, του πεντάχρονου κοριτσιού που πέθανε στην αγκαλιά του από έλλειψη ενός αντιπυρετικού χαπιού. Κι εγώ τώρα σας λέω ότι δεν θα μπορέσετε να καταλάβετε αυτά που θα εξηγήσει λεπτομερώς o Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μοϊσές αν δεν γνωρίζετε την ιστορία της Dení.
Η Dení είναι ένα κορίτσι. Ιθαγενής. Με αίμα και ρίζες Μάγια. Είναι η κόρη μιας εξεγερμένης κι ενός εξεγερμένου, και οι δύο ζαπατίστας αυτόχθονες. Όταν γεννήθηκε, πριν περίπου 5 χρόνια, της έδωσαν αυτό το όνομα για να τιμήσουν τη μνήμη μιας συντρόφισσας που πέθανε πριν από πολλά χρόνια.
Ο συχωρεμένος SupGaleano γνώρισε την Dení όταν αυτή ήταν Patz (μπουρεκάκι) ή tamalito (μικρός λουκουμάς), τόσο παχουλή ήταν. Πράγματι, έτσι τη φώναζε ο Sup: «Patz». Tώρα είναι κοκαλιάρα, επειδή τρέχει από το ένα μέρος στο άλλο. Η Dení, όταν οι εξεγερμένες συγκεντρώνονται για κάποια δουλειά, αρχίζει, σύμφωνα με την ίδια, να τους κάνει μαθήματα αυτόνομης υγείας. Και σχεδιάζει κάποιες φιγούρες που, όπως εξηγεί στη συνέχεια, είναι γυναίκες λειτουργοί υγείας. Λέει ότι οι γυναίκες είναι καλύτερες λειτουργοί επειδή οι άνδρες δεν καταλαβαίνουν αυτό το «ως γυναίκες που είμαστε». Υποστηρίζει σταθερά ότι, για να είσαι λειτουργός υγείας, πρέπει να ξέρεις πώς να κάνεις ενέσεις χωρίς να πονάει. «Γιατί, τι θα γίνει αν χρειάζεσαι ένεση αλλά δεν θέλεις να την κάνεις γιατί πονάει;»
Τώρα βρισκόμαστε σε μια συνάντηση ηγετών –γυναικών και ανδρών– ζαπατίστας. Ο πατέρας και η μητέρα της Dení δεν είναι παρόντες, αλλά το κορίτσι ήρθε μαζί με τον Tzotz και την Pelusa, που βρίσκονται στο πλάι του Εξεγερμένου Υποδιοικητή Μοϊσές και ακούνε, κατά πως φαίνεται, προσεκτικά αυτά που λέγονται.
Κάποιος εξηγεί:
«Εδώ είναι η Dení που είναι, ας πούμε, η πρώτη γενιά. Μετά από 20 χρόνια, η Dení θα κάνει ένα μωρό κορίτσι και θα την ονομάσει “Denilita”, αυτή θα είναι η δεύτερη γενιά. Η Denilita, 20 χρόνια αργότερα, θα γεννήσει ένα κορίτσι που θα ονομαστεί “Denilitilla”, η τρίτη γενιά. Η Denilitilla, όταν γίνει 20 ετών, θα φέρει στη ζωή ένα κορίτσι που θα ονομαστεί “Denylititilla”, θα είναι η τέταρτη γενιά. Η Denilititilla, στα 20 της, θα γεννήσει ένα κορίτσι και θα την πει “Denilí”, η πέμπτη γενιά. Η Denilí σε ηλικία 20 χρονών θα αποκτήσει ένα κορίτσι που θα ονομαστεί “Dení Κουλουπού”, το οποίο θα είναι η έκτη γενιά. Η Dení Κουλουπού, 20 χρόνια μετά, δηλαδή σε 120 χρόνια από σήμερα, θα γεννήσει ένα κορίτσι που δεν μπορούμε να ξέρουμε πώς θα λέγεται, γιατί θα είναι ήδη σε άλλο ημερολόγιο, αλλά ξέρουμε ότι θα είναι η έβδομη γενιά».
Εδώ παρεμβαίνει ο Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μοϊσές: «Πρέπει λοιπόν να αγωνιστούμε για αυτό το κορίτσι, που θα γεννηθεί σε 120 χρόνια, για να είναι ελεύθερη και για να είναι ό,τι της κάνει κέφι να είναι. Οπότε δεν αγωνιζόμαστε για να είναι αυτό το κορίτσι ζαπατίστα ή κομματικιά ή οτιδήποτε άλλο, αλλά για να μπορεί η ίδια να επιλέξει, όταν θα έρθει η ώρα, ποιος θα είναι ο δρόμος της. Και όχι μόνο να μπορεί να αποφασίσει ελεύθερα, αλλά και, πάνω απ’ όλα, να είναι υπεύθυνη για την απόφαση αυτή. Δηλαδή, να λαμβάνει υπόψη ότι όλες οι αποφάσεις, αυτά που κάνουμε και αυτά που σταματάμε να κάνουμε, έχουν συνέπειες. Έτσι, το θέμα είναι αυτό το κορίτσι να μεγαλώνει με όλα τα εφόδια για να παίρνει αποφάσεις και να αναλαμβάνει την ευθύνη για τις συνέπειές τους.
Που πάει να πει, να μη ρίχνει το φταίξιμο στο σύστημα, στις κακές κυβερνήσεις, τους γονείς, τους συγγενείς της, τους άντρες, τον σύντροφό της (άντρα ή γυναίκα ή οτιδήποτε άλλο), στο σχολείο, στους φίλους της. Γιατί αυτό είναι η ελευθερία: να είμαστε σε θέση να κάνουμε κάτι χωρίς πιέσεις ή εξαναγκασμό, αλλά παίρνοντας την ευθύνη αυτού που έγινε. Με άλλα λόγια, γνωρίζοντας τις συνέπειες από πριν».
Ο SubMoy στρέφεται για να κοιτάξει τον μακαρίτη πλέον SupGaleano, σαν να του λέει «σειρά σου». Ο συχωρεμένος που δεν είναι ακόμη συχωρεμένος (αλλά ξέρει ήδη ότι σε λίγο θα είναι), προαισθάνεται ότι μια μέρα θα πρέπει να μιλήσει για αυτό με ξένους και ξεκινά:
«Αυτή η Dení εις την νι δεν θα μιλάει άσχημα για τους μαλάκες τους άντρες; Θα το κάνει, ως συνήθως. Αλλά τα επιχειρήματά της δεν θα είναι ότι την κορόιδεψαν, την περιφρόνησαν, την κακοποίησαν, την παρενόχλησαν, την βίασαν, την χτύπησαν, την εξαφάνισαν, τη δολοφόνησαν, τη διαμέλισαν. Όχι, θα είναι για καθημερινά πράγματα και ζητήματα, όπως ότι ο μαλάκας κλάνει στο κρεβάτι και βρωμάει η κουβέρτα, ή αστοχεί στο κάθισμα της λεκάνης της τουαλέτας, ή ρεύεται σα μοσχάρι, ή αγοράζει τη φανέλα της αγαπημένης του ομάδας, φοράει σορτσάκι, κάλτσες και αθλητικά παπούτσια και στη συνέχεια κάθεται να δει τον αγώνα ενώ μπουκώνεται με ποπ κορν τίγκα στην πικάντικη σάλτσα. Ή ότι αφιερώνει πολλή προσοχή στο να διαλέξει το «outfit» που θα φοράει για δεκαετίες: το αγαπημένο του πουκάμισο, το αγαπημένο του παντελόνι και τις αγαπημένες του σαγιονάρες. Ή γιατί δε δουλεύει το τηλεκοντρόλ. Ή γιατί δεν της λέει ότι την αγαπά, αν και αυτή ξέρει ότι την αγαπά, αλλά δεν είναι κακό να της το θυμίζει πού και πού».
Στο ακροατήριο, οι γυναίκες κουνάνε το κεφάλι καταφατικά λέγοντας «τα γνωστά…». Και οι άνδρες χαμογελούν νευρικά.
Ο SubMoy ξέρει ότι είναι κόλλημα του SupGaleano και ότι θα περάσει τώρα σε αυτό που ονομάζεται «αλληλεγγύη του φύλου», δηλαδή το να μιλάμε άσχημα για τις γυναίκες, οπότε διακόπτει ακριβώς όταν ο πλέον αποθανών λέει: «Αλλά οι γυναίκες…»
«Λοιπόν», λέει ο SubMoy, «τώρα μιλάμε για ένα κορίτσι που θα γεννηθεί σε 120 χρόνια και θα επικεντρωθούμε σε αυτό». Αυτός, που διαισθάνεται ότι θα είναι νεκρός, κάθεται, μουτρωμένος που δεν θα μπορέσει να εκθέσει τη λαμπρή διατριβή του εναντίον των γυναικών. Ο SubMoy συνεχίζει:
«Πρέπει λοιπόν να σκεφτούμε αυτό το κορίτσι. Να δούμε μακριά, λοιπόν. Και, κοιτάζοντας αυτό που φαίνεται πολύ μακρινό, πρέπει να δούμε τι πρέπει να κάνουμε για να είναι αυτό το κορίτσι ελεύθερο.
Και αυτό είναι σημαντικό, επειδή έχουμε ήδη αποπάνω μας την καταιγίδα. Αυτήν για την οποία είχαμε προειδοποιήσει εδώ και 10 σχεδόν χρόνια. Το πρώτο που βλέπουμε είναι ότι η καταστροφή έρχεται πιο γρήγορα. Αυτό που πιστεύαμε ότι θα συμβεί μετά από 10 χρόνια, είναι ήδη εδώ.
Το έχετε ήδη εξηγήσει εδώ. Μας διηγηθήκατε τι βλέπετε στις περιοχές των Τσελτάλ, των Τσοτσίλ, των Τσό’ολ, των Τοχολαμπάλ, των Μάμε, των Σόκε, των Κιτσέ. Γνωρίζετε ήδη τι συμβαίνει με τη Μητέρα Γη, επειδή ζείτε και δουλεύετε σε αυτήν. Ξέρετε ότι ο καιρός αλλάζει. “Το κλίμα”, όπως λένε οι πολίτες. Ότι βρέχει όταν δεν πρέπει, ότι έχει ξηρασία όταν δεν πρέπει. Και ούτω καθεξής. Γνωρίζετε ότι δεν μπορείτε πια να αποφασίσετε τον χρόνο της σποράς όπως οι προγονοί μας, επειδή το ημερολόγιο δεν λειτουργεί, έχει αλλάξει.
Αλλά όχι μόνο αυτό. Βλέπουμε ότι και οι συμπεριφορές των ζώων άλλαξαν, εμφανίζονται σε περιοχές που δεν το συνήθιζαν και εκτός εποχής. Εδώ και στις γεωγραφίες αδελφών λαών, αυξάνονται οι λεγόμενες “φυσικές καταστροφές”, που είναι όμως συνέπεια του τι κάνει και του τι δεν κάνει το κυρίαρχο σύστημα, δηλαδή ο καπιταλισμός. Υπάρχουν βροχές, όπως πάντα, αλλά τώρα είναι πιο άγριες και σε μέρη και εποχές που δεν συνέβαιναν πριν. Υπάρχουν πολύ τρομερές ξηρασίες. Και τώρα συμβαίνει το φαινόμενο, στην ίδια γεωγραφία –για παράδειγμα εδώ, στο Μεξικό– στη μία περιοχή να υπάρχουν πλημμύρες και σε μια άλλη να υπάρχει ξηρασία και να μένουν χωρίς νερό. Υπάρχουν ισχυροί άνεμοι, λες και ο άνεμος θύμωσε και είπε “φτάνει πια – ya basta” και θέλει να τα αναποδογυρίσει όλα. Υπάρχουν σεισμοί, ηφαίστεια, επιδημίες, όπως ποτέ άλλοτε. Λες και η Μητέρα Γη να είπε ως εδώ, δεν πάει άλλο. Σα να ’ταν η ανθρωπότητα μια αρρώστια, ένας ιός που πρέπει να τον αποβάλει ξερνώντας καταστροφή.
Αλλά, πέρα από το ότι η Μητέρα Γη φαίνεται σα να δυσανασχετεί, σα να διαμαρτύρεται, υπάρχει κάτι ακόμα χειρότερο: το τέρας, η Λερναία Ύδρα, ο καπιταλισμός, που κλέβει και καταστρέφει σαν τρελός. Τώρα θέλει να κλέψει κι αυτά που πριν δεν τον ενδιέφεραν και συνεχίζει να καταστρέφει τα λίγα που έχουν απομείνει. Ο καπιταλισμός τώρα προκαλεί δυστυχία και σε όσους και όσες τρέχουν να του ξεφύγουν: τους μετανάστες.
Η πανδημία του Covid, που εξακολουθεί να υπάρχει, έδειξε την ανικανότητα ενός ολόκληρου συστήματος να δώσει μια πραγματική εξήγηση και να λάβει τα απαραίτητα μέτρα. Ενώ εκατομμύρια πέθαιναν, κάποιοι λίγοι έγιναν πλουσιότεροι. Ήδη εμφανίζονται άλλες πανδημίες και η επιστήμη υποχωρεί μπροστά στις ψευδοεπιστήμες και τους τσαρλατανισμούς που μετατρέπονται σε κυβερνητικά πολιτικά πρότζεκτ.
Βλέπουμε επίσης το λεγόμενο Ανεξέλεγκτο Έγκλημα, που είναι οι ίδιες οι κακές κυβερνήσεις, όλων των πολιτικών κομμάτων, που κρύβονται και διαγκωνίζονται για το χρήμα. Αυτό το Ανεξέλεγκτο Έγκλημα είναι ο κύριος διακινητής ναρκωτικών και ανθρώπων· αυτό που καρπώνεται το μεγαλύτερο μέρος της ομοσπονδιακής στήριξης· αυτό που απάγει, δολοφονεί, εξαφανίζει· αυτό που κάνει εμπόριο με την ανθρωπιστική βοήθεια· αυτό που εκβιάζει, απειλεί και αρπάζει τα δικαιώματα στη γη με φόρους, που πάνε για να λέει μετά κάποιος υποψήφιος ή υποψήφια ότι τώρα τα πράγματα θα αλλάξουν, ότι τώρα θα αρχίσουν να συμπεριφέρονται καλά.
Βλέπουμε αυτόχθονες αδερφούς λαούς, οι οποίοι, κουρασμένοι από την καταφρόνηση, την κοροϊδία και τα ψέματα, οπλίζονται για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους ή για να επιτεθούν στους caxlanes.[i] Και βλέπουμε τους ανθρώπους των πόλεων τρομαγμένους, γιατί αυτοί οι ίδιοι, με την σκατένια συμπεριφορά τους, έθρεψαν αυτό το μίσος το οποίο τώρα υφίστανται και το οποίο πλέον είναι ανεξέλεγκτο. Όπως και στο αλαζονικό Jovel [το Σαν Κριστόμπαλ δε λας Κάσας], θερίζουν αυτό που έσπειραν.
Και βλέπουμε επίσης με θλίψη να συγκρούονται μεταξύ τους ιθαγενείς του ίδιου αίματος και της ίδιας γλώσσας. Ανταγωνίζονται μεταξύ τους για τη μίζερη βοήθεια των κακών κυβερνήσεων. Ή για ν’ αρπάξουν ο ένας απ’ τον άλλο τα ελάχιστα που έχουν ή που φτάνουν σ’ αυτούς. Αντί να υπερασπίζονται τη γη, συγκρούονται για ελεημοσύνη.
-*-
Για όλα αυτά είχαμε προειδοποιήσει τους ανθρώπους των πόλεων και τους αυτόχθονες αδελφούς μας πριν από 10 σχεδόν χρόνια. Υπήρξαν εκείνοι που έδωσαν προσοχή και πολλοί που δεν το πήραν καν υπ’ όψιν. Σα να θεωρούσαν και να θεωρούν ακόμα ότι όλη αυτή η φρίκη είναι πολύ μακριά τους, σε χρόνο και απόσταση. Σα να βλέπουν μόνο αυτό που είναι μπροστά τους. Δεν βλέπουν πιο μακριά. Ή βλέπουν, αλλά δεν τους νοιάζει.
Όπως γνωρίζουμε, όλα αυτά τα τελευταία χρόνια προετοιμαζόμαστε για αυτό το σκοτάδι. 10 χρόνια ετοιμαζόμαστε για αυτές τις μέρες του πόνου και της θλίψης, που έρχονται για όσους είμαστε όλα τα χρώματα της γης. 10 χρόνια επανεξέταζοντας αυτοκριτικά το τι κάνουμε και τι δεν κάνουμε, τι λέμε και για τι παραμένουμε σιωπηλοί, τι σκεφτόμαστε και βλέπουμε. Έχουμε προετοιμαστεί παρά τις προδοσίες, τις συκοφαντίες, τα ψέματα, τους παραστρατιωτικούς, τον επικοινωνιακό κλοιό, την περιφρόνηση, τη δυσαρέσκεια και τις επιθέσεις εκείνων που μας κατηγορούν ότι δεν τους υπακούμε.
Το κάναμε σιωπηλά, χωρίς θόρυβο, ήρεμοι και γαλήνιοι, επειδή κοιτάζουμε μακριά, όπως μας δίδαξαν οι πρόγονοί μας. Και εκεί έξω μας φώναζαν να κοιτάξουμε μόνο εδώ, μόνο σε ένα ημερολόγιο και σε μια γεωγραφία. Πολύ μικρό αυτό που θέλουν να μας κάνουν να βλέπουμε. Όμως το δικό μας βλέμμα, ως ζαπατίστας που είμαστε, έχει τις διαστάσεις της καρδιάς μας, και το ταξίδι μας δεν είναι μιας μέρας, ενός χρόνου, μιας [κυβερνητικής] εξαετίας. Το βήμα μας είναι μακρύ και αφήνει ίχνη, ακόμα κι αν δεν είναι ορατά τώρα ή τα αγνοούν και περιφρονούν τον δρόμο μας.
Το γνωρίζουμε καλά ότι δεν ήταν εύκολο. Και τώρα όλα είναι χειρότερα, και ούτως ή άλλως πρέπει να κοιτάξουμε αυτό το κορίτσι σε 120 χρόνια. Με άλλα λόγια, πρέπει να αγωνιστούμε για κάποιον που δεν θα τον γνωρίσουμε. Ούτε εμείς, ούτε τα παιδιά σας, ούτε τα παιδιά των παιδιών σας και ούτω καθεξής. Και πρέπει να το κάνουμε επειδή είναι καθήκον μας ως ζαπατίστας που είμαστε.
Έρχονται πολλές δυστυχίες, πόλεμοι, πλημμύρες, ξηρασίες, ασθένειες και, ενώ εξελίσσεται αυτή η κατάρρευση, πρέπει να κοιτάξουμε μακριά. Εάν οι μετανάστες είναι τώρα χιλιάδες, σύντομα θα είναι δεκάδες χιλιάδες, μετά εκατοντάδες χιλιάδες. Έρχονται συγκρούσεις και θάνατος μεταξύ αδελφών, μεταξύ γονιών και παιδιών, μεταξύ γειτόνων, μεταξύ φυλών, μεταξύ θρησκειών, μεταξύ εθνικοτήτων. Οι μεγάλες κατασκευές θα καούν και κανείς δεν θα ξέρει να πει γιατί, ή ποιος, ή για ποιον λόγο. Και μπορεί να μη φαίνεται ακόμα, αλλά ναι, θα γίνουν όλα χειρότερα.
Αλλά, όπως και όταν δουλεύουμε τη γη βλέπουμε την τορτίγια, τα ταμάλες, το ποσόλ στα σπίτια μας πριν καν τα σπείρουμε, έτσι πρέπει και τώρα να δούμε αυτό το κορίτσι.
Αν δεν κοιτάξουμε τώρα αυτό το κορίτσι που είναι ήδη με τη μητέρα της, αλλά σε 120 χρόνια από τώρα, τότε δεν θα καταλάβουμε τι είναι αυτό που κάνουμε. Δεν θα μπορέσουμε να το εξηγήσουμε στους ίδιους μας τους συντρόφους. Και πολύ λιγότερο θα καταλάβουν οι λαοί, οι οργανώσεις και τα αδέρφια άλλων γεωγραφιών.
Μπορούμε να επιβιώσουμε από την καταιγίδα ως κοινότητες ζαπατίστας που είμαστε. Όμως τώρα δεν πρόκειται μόνο για αυτό, τώρα πρέπει να διασχίσουμε αυτήν και άλλες καταιγίδες που έρχονται, να διασχίσουμε τη νύχτα και να φτάσουμε σε εκείνο το πρωινό, 120 χρόνια αργότερα, που ένα κορίτσι θα αρχίσει να μαθαίνει ότι να είσαι ελεύθερη σημαίνει επίσης να είσαι υπεύθυνη για αυτήν την ελευθερία.
Γι’ αυτό, κοιτάζοντας αυτό το κορίτσι εκεί μακριά, θα κάνουμε τις αλλαγές και τις προσαρμογές που έχουμε συζητήσει και συμφωνήσει από κοινού όλα αυτά τα χρόνια και για τις οποίες έχουμε ήδη διαβουλευτεί με όλους τους ζαπατιστικούς λαούς.
Εάν κάποιος σκέφτεται ότι θα δεχτούμε ένα βραβείο ή κάποιο άγαλμα ή μια θέση σε ένα μουσείο ή κάποια χρυσά γράμματα στην ιστορία ή αμοιβή ή ευχαριστίες, λοιπόν, ήρθε η ώρα να ψάξει κάπου αλλού. Επειδή η μόνη μας ανταμοιβή θα είναι, όταν πια έρθει η ώρα να πεθάνουμε, να μπορούμε να πούμε «έκανα αυτό που μου αναλογούσε» και να ξέρουμε ότι αυτό δεν θα είναι ψέμα».
-*-
Σιώπησε ο Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μοϊσές, σαν να περίμενε κάποιον να αποχωρήσει. Κανείς δεν το έκανε. Συνέχισαν να συζητούν, να συνεισφέρουν, να σχεδιάζουν. Έφτασε η ώρα του φαγητού και ρώτησαν πότε θα σταματήσουν για να ξεκουραστούν.
Ο Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μοϊσές απάντησε: «Σύντομα, σε 120 χρόνια από τώρα».
-*-
Θα είμαι ειλικρινής, ως συνήθως. Εγώ, ο καπετάνιος, μπορώ να ονειρευτώ εκείνη τη στιγμή που ένα κορίτσι θα γεννηθεί χωρίς φόβο, που θα είναι ελεύθερη και υπεύθυνη γι’ αυτό που κάνει και γι’ αυτό που δεν κάνει. Μπορώ επίσης να την φανταστώ. Θα μπορούσα ακόμη και να γράψω ένα παραμύθι ή μια ιστορία γι’ αυτό. Αλλά αυτές οι γυναίκες και οι άνδρες που έχω μπροστά και στο πλευρό μου, ιθαγενείς ζαπατίστας με ρίζες Μάγια, οι αρχηγίνες και οι αρχηγοί μου, δεν ονειρεύονται, ούτε φαντάζονται αυτό το κορίτσι. Το βλέπουν, το κοιτάζουν. Και ξέρουν τι πρέπει να κάνουν ώστε να γεννηθεί αυτό το κορίτσι, να βαδίσει, να παίξει, να μάθει και να μεγαλώσει σε έναν άλλο κόσμο… σε 120 χρόνια από τώρα.
Όπως όταν κοιτάζουν το βουνό. Υπάρχει κάτι στο βλέμμα τους, σαν να κοιτάζουν πέρα από το χρόνο και το χώρο. Κοιτάζουν την τορτίγια, τα ταμάλες και το ποσόλ στο τραπέζι. Και ξέρουν ότι δεν είναι γι’ αυτούς, αλλά για ένα κορίτσι που ούτε καν είναι στην πρόθεση εκείνων που θα είναι οι γονείς της, επειδή ούτε κι αυτοί έχουν γεννηθεί ακόμα. Ούτε αυτοί, ούτε οι γονείς τους, ούτε οι παππούδες τους, ούτε οι προπάπποι τους, ούτε οι προ-προπάπποι τους, και ούτω καθεξής, για 7 γενιές. Εφτά γενιές που αρχίζουν να μετράνε από αυτήν την Dení, την Dení της Πρώτης Γενιάς.
Πιστεύω ότι θα τα καταφέρουμε. Μόνο που θα πάρει λίγο χρόνο, αλλά όχι και πολύ.
Λίγο παραπάνω από έναν αιώνα.
Από τα βουνά του νοτιανατολικού Μεξικού.
Εξεγερμένος Καπετάνιος Μάρκος.
Μεξικό, Νοέμβριος 2023.
Υ.Γ. – Κάθε βόμβα που πέφτει στη Γάζα πέφτει επίσης στις πρωτεύουσες και στις κύριες πόλεις του κόσμου, μόνο που δεν το έχουν συνειδητοποιήσει ακόμα. Από τα ερείπια θα γεννηθεί η φρίκη του αυριανού πολέμου.
Υ.Γ. ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΑΡΚΕΤΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ (στις παραμονές του, πριν περίπου 120 χρόνια):
– «Δεν θα ήταν καλύτερο να κηρύξετε με ειλικρίνεια τον πόλεμο;
Ο καθηγητής απάντησε απλά: – Η κυβέρνησή μας θέλει, χωρίς αμφιβολία, να είναι οι άλλοι που θα τον κηρύξουν. Ο ρόλος του θύματος είναι πάντα ο πιο ευχάριστος και δικαιολογεί όλες τις επόμενες αποφάσεις, όσο ακραίες και να φαίνονται. Έχουμε ανθρώπους που ζουν καλά και δεν θέλουν πόλεμο. Είναι βολικό να τους κάνουμε να πιστέψουν ότι είναι οι εχθροί που μας τον επιβάλλουν, έτσι ώστε να αισθάνονται την ανάγκη να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Μόνο τα ανώτερα πνεύματα μπορούν να καταλήξουν στην πεποίθηση ότι οι μεγάλες πρόοδοι επιτυγχάνονται μόνο με το σπαθί και ότι ο πόλεμος, όπως είπε ο μεγάλος μας Treitschke,[ii] είναι η υψηλότερη μορφή προόδου». Οι τέσσερις ιππότες της Αποκάλυψης (1916), του Vicente Blasco Ibáñez (Ισπανία 1867-1928).
[i] caxlanes: Λέξη των γλωσσών Μάγια που σημαίνει «μιγάδες», «λευκοί», «άνθρωποι της υψηλής αστικής τάξης». [ΣτΜ]
[ii] Heinrich Gotthard Freiherr von Treitschke (1834-1896), υποστηρικτής της αυταρχικής πολιτικής εξουσίας και της ενότητας της Γερμανίας μέσω της πρωσικής εξουσίας. [ΣτΜ]