Καλωσόρισμα στους ζαπατίστας – του Raoul Vaneigem
Προσωπικά, εύχομαι στην αντιπροσωπεία των ζαπατίστας έναν ευχάριστο περίπλου στις περιοχές που θα διασχίσει.
Αυτές οι περιοχές δεν διαφέρουν με την πρώτη ματιά σε τίποτα από τον υπόλοιπο κόσμο επειδή –ουδείς το αγνοεί– η γηραιά Ευρώπη ήταν η δηλητηριασμένη πηγή που διέδωσε σε ολόκληρη τη γη τη ρύπανσή της και τις τεχνικές της καταπίεσης. Σε Τίποτα! Με εξαίρεση το ότι η καταστολή και ο σκοταδισμός δεν κατάφεραν να καταπνίξουν τις διαρκώς αναζωπυρούμενες εξεγέρσεις. Σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας, η καρδιά μιας αδάμαστης θέλησης για ζωή παλλόταν με τον ρυθμό του ανθρώπου.
Συντρόφισσες και σύντροφοι ζαπατίστας, θα αναγνωρίσετε εύκολα εκείνες και εκείνους που έρχονται να σας συναντήσουν και να σας χαιρετήσουν από τα βάθη του παρελθόντος. Τις γυναίκες και τους άνδρες του 12ου και του 13ου αιώνα που αγωνίστηκαν για τη χειραφέτηση των Κοινοτήτων και για την αναδυόμενη ελευθερία. Τους φιλοσόφους της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Τους επαναστάτες (άνδρες και γυναίκες) της Γαλλικής Επανάστασης, της Παρισινής Κομμούνας, της Κρονστάνδης, των ελευθεριακών συλλογικοτήτων που ήταν ο ριζοσπαστικός πυρήνας της ισπανικής επανάστασης. Δεν ανήκω σε κανένα κόμμα, καμία φατρία, καμία σέχτα, καμία τάση ή κίνημα. Δεν αναγνωρίζω τον εαυτό μου σε καμία σημαία, λάβαρο ή αρκτικόλεξο που να είναι το σύμβολό τους. Η μόνη σπουδαιότητα που αποδίδω στον εαυτό μου είναι ότι έκανα τη ζωή μου έναν αδιάκοπο αγώνα, με τέτοιο τρόπο ώστε η χειραφέτησή μου να μην διαχωρίζεται από τη χειραφέτηση όλων των άλλων. Όσο αδέξιος κι αν είναι, ο χορός της ζωής γονιμοποιεί τη γη.
Η εμφάνιση του κινήματος των ζαπατίστας, η εμφάνιση των Κίτρινων Γιλέκων στη Γαλλία, ο πόλεμος των Κούρδων στη Ροζάβα πυροδότησαν κύματα εξεγέρσεων που αναστάτωσαν έναν πλανήτη για τον οποίο πιστεύαμε ότι είχε πάθει τέτανο από τα δαγκώματα του καπιταλισμού. Δεν είναι φυσικό να ενισχύεται η εμπιστοσύνη στην ποίηση που δημιουργείται από όλους, από όλες και από τον καθένα; Ένα τέτοιο ποίημα είναι αυτό των ατόμων που απαλλάσσονται από τον ατομικισμό και στοιχηματίζουν στην αμοιβαία βοήθεια για να εξαφανίσουν τον εγωιστικό υπολογισμό και την εθελοδουλία που είναι τα σκουπίδια του.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, η ειρηνική σας εισβολή φυσά τον καθαρό αέρα της ζωής σε μια κοινωνία που περιορίζεται από το θάνατο. Είσαστε οι πρώτοι που έσπασαν τον ζυγό του αδυνάτου. Η αναπάντεχη εξέγερσή σας απέδειξε ότι η αποκοτιά μιας μικρής ομάδας ανθρώπων μπορούσε να ξεριζώσει την καταστροφική πίστη στην εγγενή ανικανότητα του άνδρα και της γυναίκας, στην πρωταρχική αδυναμία που τους έκανε να εξαρτώνται από την προστατευτική Εξουσία ενός αφέντη.
Σήμερα μια αδιαχώριστα υπαρξιακή και κοινωνική εξέγερση κατακτά ολόκληρο τον κόσμο. Η εξέγερση αυτή απορρίπτει την ομοιογένεια, τον λαϊκισμό, τις σκηνοθετημένες πολιτικές εναλλαγές στις οποίες καταφεύγουν όλες οι Εξουσίες που ασχολούνται με τη χειραγώγηση του πλήθους.
Το καθήκον είναι γιγάντιο, γιατί με το πρόσχημα μιας επιδημίας –της οποίας κανείς δεν αρνείται την επικινδυνότητα–, οι κυβερνήσεις έχουν διαδώσει έναν υστερικό φόβο που εξυπηρετεί κυρίως τα συμφέροντα των κατασταλτικών μηχανισμών και των μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών.
Πώς επιτρέψατε, θα ρωτήσουν οι μελλοντικές γενιές, μια χούφτα πνευματικά ανάπηρων, ανίκανων ακόμη και στα ψέματά τους, να επιβάλλουν τα αυθαίρετα διατάγματα και τις ηλίθιες τρέλες τους; Ποια υστερία –γεμάτη παραλογισμό– κυριάρχησε και σταματήσατε να ζείτε για να προστατευτείτε από τον κίνδυνο του θανάτου; Θα μας εξηγήσετε τους λόγους αυτής της επείγουσας ανάγκης να επιστρέψετε στη φωλιά σας σαν σκυλιά που υπακούουν σε διαταγές και ουρλιάζουν στο φεγγάρι των θαμμένων ελευθεριών;
Το ερώτημα δεν είναι καινοφανές, τέθηκε τον 16ο αιώνα από τον Etienne de La Boétie. Το ότι παρέμεινε αναπάντητο δείχνει ότι ήταν λιγότερο ένα ερώτημα και περισσότερο ένας γόρδιος δεσμός που κανείς δεν σκέφτηκε να λύσει. Η εισβολή των ζαπατίστας στον αρτηριοσκληρωτικό μας κόσμο θυμίζει εύστοχα τη θέση του Μαρξ: οι φιλόσοφοι έχουν ερμηνεύσει μόνο τον κόσμο, τώρα το ζήτημα είναι να τον μεταμορφώσουν. Εάν αυτός είναι ο δικός μας γόρδιος δεσμός, μήπως το σπαθί είναι η ορμή της ζωής που ανασταίνεται εδώ και τώρα; Το απρόσμενο σφρίγος της ζωντανεύει στη γυναίκα, στον άνδρα, στο παιδί εκείνη τη συναισθηματική νοημοσύνη που αποτελεί μέρος του είναι και όχι του έχειν, του ζωντανού και όχι του ψηφιακού και εμπορικού αντικειμένου στο οποίο μας συρρικνώνουν.
Ο ελάχιστος καθαρός αέρας που εισπνέει η ζωή φέρει την ανάσα της ανοιχτής θάλασσας. Όλα ανοίγουν. Η ακαταμάχητη έλξη του πάθους που μας ζωντανεύει διαγράφει μεμιάς τους στρατολογητές του κερδοφόρου θανάτου. Δεν είναι, ίσως, αναμενόμενο ότι η χαρά που ξαναβρήκαμε, το να ζούμε, δηλαδή, μαζί, εκδηλώνει την απέχθειά της για τις αρτηριοσκληρωτικές συμπεριφορές, τον πουριτανισμό, τον κρατικό κυνισμό που, έχοντας μετατρέψει την υγεία σε εμπόρευμα, καταργεί την ανοσία μας με τη δικαιολογία να την διατηρήσει;
Είμαστε στα πρόθυρα μιας τεράστιας αλλαγής. Παραδόξως, αυτή προέρχεται από μια αργή αφύπνιση που ευαισθητοποιεί τα άτομα στον πλούτο της δημιουργικής υποκειμενικότητάς τους. Όσοι δεν έχουν άλλη απτή πραγματικότητα από την ύπαρξή τους –την οποία ο καπιταλιστικός παγετώνας υποβαθμίζει μέρα με τη μέρα–, ανακαλύπτουν ως ένα μυστικό όπλο εκείνη την αδάμαστη θέληση για ζωή που τους κρατά όρθιους. Είμαστε πολύ απασχολημένοι με την οικοδόμηση της ζωής για να υποταχτούμε στις εντολές της αγοράς.
Όπως λέτε εσείς οι ζαπατίστας, «δεν είμαστε μοντέλο, είμαστε μια εμπειρία». Αυτό που ισχύει για έναν λαό που συνδέεται με την ιδιαιτερότητά του, είναι εξίσου αληθές για τα συγκεκριμένα άτομα που είμαστε εμείς, με την οικογενειακή και παγκόσμια ιστορία μας, με τις προσωπικές μας ιδιαιτερότητες, που ενισχύονται από τη συνεχή προσπάθεια να ισορροπήσουμε σε μια κοινωνία όπου όλα γίνονται για να μας κάνουν να ταλαντευτούμε και να πέσουμε στα γόνατα.
Ο EZLN δεν διεξάγει έναν πόλεμο πάνω στη μεγάλη παγκόσμια σκακιέρα των ιδιωτικών συμφερόντων. Μπαίνει στο παιχνίδι μιας ζωής το οποίο ανατρέπει τους τακτικούς και στρατηγικούς κανόνες των δυνάμεων που είναι αποφασισμένες να μας εξοντώσουν.
Η ατομική και συλλογική αυτονομία θα αποτελέσει τη βάση μιας Διεθνούς του ανθρώπινου είδους. Η απλότητα της αυτοοργάνωσης μας δίνει τη δυνατότητα να καταργήσουμε την πολυπλοκότητα των γραφειοκρατικών κοινωνιών.
Η χαοτική παγκόσμια τάξη βασίζεται σε τρεις ή τέσσερις αισχρές πρακτικές που διέπουν τα έθνη και τις ηπείρους, αποκόπτοντάς τους από τη ζωντανή τους πραγματικότητα, αντιμετωπίζοντάς τους με αφηρημένο τρόπο. Ποιοι είναι αυτοί οι μηχανισμοί, τόσο χονδροειδείς όσο και αποτελεσματικοί, που καθορίζουν τη νοοτροπία και τη συμπεριφορά μας; Η λεηλασία, ο ανταγωνιστικός πόλεμος για το κέρδος και η ταύτιση της ζωτικής ελευθερίας με την ελευθερία της αγοράς.
Η τρέχουσα αλλαγή συνεπάγεται μια επιστροφή στη βάση που υπονομεύει και ξεριζώνει την ιεραρχική δομή. Ακυρώνει την κλίμακα του πάνω και του κάτω, όπου γενιές ολόκληρες έχουν προσκολληθεί –εδώ και πολύ καιρό– με την αβέβαιη πεποίθηση της ανόδου ή της πτώσης.
Η ποικιλομορφία των παγκόσμιων εξεγέρσεων οφείλεται σε μια κοινή ποιητική εμπειρία: να ζούμε μαζί, αναζητώντας μια σχεδόν απίθανη αλλά εφικτή αρμονία.
Η απλότητα της προσέγγισής μας εξαρτάται από κάποιες στοιχειώδεις βασικές αρχές: απόλυτη προτεραιότητα στον άνθρωπο, απόρριψη των αυτοαποκαλούμενων ηγετών και εκπροσώπων, απόρριψη των γραφειοκρατικών μηχανισμών, πολιτικών και συνδικαλιστικών.
Η δεσμευτική εντολή των διαταγμάτων που θεσπίζονται από τη συνέλευση της άμεσης δημοκρατίας, είναι μια κάθετη διαδικασία που υπόκειται σε μια οριζόντια. Η τελευταία προστατεύει τα δικαιώματα της μειοψηφίας. Προστατεύει από τους κινδύνους ενσωμάτωσης και από τις συγκρούσεις φανφαρόνων μονομάχων –γεγονός που το ξεχνάμε–, οι οποίες λαμβάνουν χώρα στις αρένες του σκηνοθετημένου θεάματος.
Δεν θα παγιδευτούμε πλέον σε αυτές τις παραδοσιακές συγκρούσεις μεταξύ συντηρητισμού και προοδευτισμού που μας απομακρύνουν από τον πραγματικό αγώνα, αυτόν της καθημερινής ζωής ενάντια στην εκμετάλλευση της φύσης και του ανθρώπου. Έχουμε μάθει τουλάχιστον ότι η πρωταρχική ερώτηση που πρέπει να θέσουμε σε όσους μας προσφέρουν τις υπηρεσίες τους είναι: ποιος ωφελείται;
Η δημιουργία αυτόνομων, αλληλέγγυων και ομόσπονδων μικροκοινωνιών είναι η πραγματικότητα που τελικά θα αντικαταστήσει την κρατική και παγκόσμια παρακμή. Η Εξουσία βυθίζεται μέσα στην επείγουσα ανάγκη της να εξασφαλίσει το κέρδος. Ο νομισματικός της χώρος συρρικνώνεται. Εμείς, αντίθετα, βρισκόμαστε στον χώρο και τον χρόνο μιας ζωής που ξαναγεννιέται, βρισκόμαστε στις πύλες της αναγέννησης μιας ιστορίας που αποτινάσσει το θλιβερό παρελθόν της. «Είμαστε εδώ». Αυτή η ήρεμη στάση είναι κοινή στους ζαπατίστας, τα Κίτρινα Γιλέκα και την εξέγερση που φλέγεται από τη Χιλή ως την Ταϊλάνδη. Προκαλεί την ταραχή ενός ανταρτοπόλεμου όπου η ζωή θα πλήξει τους εχθρούς μιας κοινωνίας που θέλει να ζήσει και όχι να συντριβεί και να αφανιστεί.
Είναι αξιοσημείωτο το πλήθος των ανώνυμων ανθρώπων που φέρουν την εξέγερση μέσα τους. Ωστόσο, θα έχει μόνο την αξία ενός αριθμού έως ότου εκπέμψει τη δύναμη που βρίσκεται στην ανθρώπινη συνείδηση, τη συνείδηση που παίρνει ο καθένας από την ανθρωπινότητά του, τη συνείδηση του να νιώθεις ότι είσαι μια χούφτα ή τα εκατομμύρια των ανθρώπων που θέλουν να ζήσουν σε έναν κόσμο όπου δεν θα μας αντιμετωπίσουν ποτέ ξανά σαν αντικείμενα.
Όσο περισσότερο η γυναίκα θα επιβεβαιώνει την α-κρατική (χωρίς εξουσία) φύση της, τόσο πιο ορατό θα γίνεται ότι αυτό που είναι αρσενικό στη γυναίκα και θηλυκό στον άνδρα προσφέρει στην ερωτική επιθυμία ένα μεγάλο εύρος. Σε αυτήν την περίπτωση, η ελευθερία τού να διαμορφώνεις την ερωτική επιθυμία απαλλάσσει από την υποχρεωτική αιτιολόγηση της συμπεριφοράς και από τον κατακερματισμό σε κατηγορίες που τις χειρίζεται η Εξουσία αναζητώντας αποδιοπομπαίους τράγους.
Το κράτος δεν είναι πια παρά ένα γρανάζι της παγκόσμιας μηχανής που κερδίζει από την καταστροφή της ζωής. Με αυτήν την έννοια, έχει τελειώσει, αλλά αυτό που έρχεται μετά είναι ακόμη χειρότερο. Δεν θέλουμε η διάλυση των κρατικών αρχών να σηματοδοτήσει τον θρίαμβο μιας αναδιοργάνωσης που δεν έχουν επιτύχει ποτέ ούτε οι χειρότεροι δεσποτισμοί. Τώρα πια, δεν διεκδικούμε το τέλος του Κράτους στο όνομα της καταπιεσμένης ελευθερίας, αλλά το ξεπέρασμά του, την αναίρεσή του και το καταχώνιασμά του στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.
Αυτήν την res publica, αυτά τα δημόσια αγαθά που είχαμε αποκτήσει με σκληρό αγώνα, τα πούλησε σε ιδιωτικά συμφέροντα. Τι απομένει από την εκπαίδευση, τις μεταφορές, την υγεία, τη στέγαση, τη βοήθεια στους πιο αδύναμους; Δεν εξαρτάται από τις ομοσπονδιοποιημένες μικροκοινωνίες –που βρίσκονται στη διαδικασία εξανθρωπισμού– να αποκαταστήσουν και να αναπτύξουν την ευημερία στην οποία έχει δικαίωμα κάθε ον από τη γέννησή του;
Τέλος, δεν είναι περιττό να το αναφέρουμε: ο καπιταλισμός είναι μόνο μια σχετικά πρόσφατη μορφή της αρχαίας και μόνιμης εκμετάλλευσης της φύσης και του ανθρώπου. «Ο άνθρωπος είναι η φύση που αναγνωρίζει τον εαυτό της», είπε ο Elisée Reclus. Το σύστημα της αγοράς σπάει την εύθραυστη ισορροπία που μόνο μια νέα συμμαχία με τη φύση θα αποκαταστήσει. Αυτό δίνει στους αγώνες μας το πραγματικό νόημά τους.
Η ελευθερία είναι η ζωή, ζούμε σημαίνει είμαστε ελεύθεροι. Αυτό που εγγυάται την αυθεντικότητα αυτής της δήλωσης, εμποδίζοντάς την να μείνει κενό γράμμα, είναι η ζωντανή εμπειρία της μικρο-κοινωνίας στην οποία η εξουσία ασκείται άμεσα από τον ίδιο τον λαό.
Φίλες και φίλοι ζαπατίστας και Κίτρινα Γιλέκα, δεν είπα τίποτα που δεν γνωρίζετε ήδη. Αυτό που μας μαθαίνετε, ωστόσο, είναι ότι χωρίς την τόλμη και την επιμονή που προσφέρει η απλή έλξη της ζωής, τίποτα δεν θα αλλάξει.
Σας ευχαριστώ!
Raoul Vaneigem, 15 Ιουνίου 2021
-*-
BIENVENUE AUX ZAPATISTES
C’est à titre personnel que je souhaite à la délégation zapatiste un heureux périple dans les régions qu’elle va parcourir.
Ces contrées, rien à première vue ne les distingue du reste du monde puisque – nul ne l’ignore – la vieille Europe a été la source empoisonnée qui a propagé à la terre entière sa pollution et ses techniques d’oppression.
Rien ! Si ce n’est que ni la répression ni l’obscurantisme n’ont réussi à étouffer les révoltes sans cesse renaissantes. Tout au long de l’histoire le coeur d’une irrépressible volonté de vivre a battu au rythme de l’humain.
Compagnes et compagons zapatistes, vous reconnaîtrez sans peine celles et ceux qui viennent à votre rencontre et vous saluent du fond du passé : les hommes et les femmes des XIIe et XIIIe siècles en lutte pour l’émancipation des Communes et pour la liberté naissante; les philosophes de la Renaissance et des Lumières; les insurgés et les insurgées de la Révolution française, de la Commune de Paris, de Cronstadt, des collectivités libertaires, qui furent le noyau radical de la révolution espagnole.
Je n’adhère à aucun parti, à aucune faction, à aucune secte, à aucune tendance ni mouvement. Je ne me rallie à aucun drapeau, à aucun étendard ni sigle qui en tienne lieu.
La seule importance que je m’attribue est d’avoir fait de ma vie une lutte incessante pour que mon émancipation soit inséparablement celle de toutes et de tous. Si maladroite que soit la danse de la vie, elle fertilise la terre.
L’émergence du mouvement zapatiste, l’apparition des gilets jaunes en France, la guerre menée par les Kurdes du Rojava ont suscité des vagues d’insurrections ; elles bouleversent une planète que l’on croyait tétanisée par les morsures du capitalisme. N’est-ce pas de nature à fortifier la confiance en la poésie faite par tous, par toutes et par chacun ? Cette poésie-là est celle d’individus qui se libèrent de l’individualisme et misent sur l’entraide pour bannir le calcul égoïste et la servitude volontaire, qui en est l’immondice.
Compagnes et compagnons, votre pacifique invasion insuffle l’air frais du vivant à une société confinée par la mort.
Vous avez été les premiers à briser le joug de l’impossible. Votre révolte improbable a démontré que l’audace d’un petit nombre pouvait éradiquer la croyance délétère en une impuissance native de l’homme et de la femme, en une faiblesse originelle qui les rendrait dépendants du Pouvoir tutélaire d’un maître.
Aujourd’hui, une insurrection inséparablement existentielle et sociale gagne le monde entier. Elle révoque le communautarisme, le populisme, la mises en scène des alternances politiques à laquelle recourent tous les Pouvoirs soucieux de manipuler les foules.
La tâche est gigantesque car au prétexte d’une épidémie dont personne ne nie la dangereuse réalité, les gouvernements ont propagé une peur hystérique qui sert avant tout les intérêts des organismes répressifs et des grands groupes pharmaceutiques.
Comment, se demanderont les générations à venir, avez-vous pu tolérer qu’une poignée de retardés mentaux, incompétents jusque dans leurs mensonges, vous imposent leurs décrets arbitraires et leurs foucades imbéciles?
Quelle hystérie a obtenu – comble de l’absurdité ! – que vous renonciez à vivre pour parer au risque de mourir ? Nous donnerez-vous les motifs de cette hâte à regagner la niche comme des chiens auxquels on aboie des ordres et qui hurlent à la lune des défuntes libertés ? La question n’a rien de nouveau, elle a été posée au XVIe siècle par Etienne de La Boétie. Qu’elle soit restée sans réponse montre qu’il s’agissait moins d’une question que d’un nœud gordien, que personne n’a songé à trancher.
L’intrusion zapatiste dans notre monde sclérosé nous remet opportunément en mémoire le propos de Marx : les philosophes n’ont fait qu’interpréter le monde, il s’agit maintenant de le transformer.
Si tel est notre nœud gordien, le glaive n’est-il pas la pulsion de vie qui resurgit ici et maintenant ? Sa vigueur insoupçonnée ravive chez la femme, chez l’homme, chez l’enfant cette intelligence sensible qui est celle de l’être et non de l’avoir, celle du vivant et non de l’objet numérique et marchand à quoi l’on nous réduit.
La moindre bouffée où la vie se respire apporte le souffle du grand large. Tout s’ouvre. L’irrésistible attrait des passions qui nous animent efface d’un coup de serpillière les recruteurs de la mort rentabilisée.
N’est-il pas probable que la joie retrouvée du vivre ensemble manifeste son dégoût des comportements sclérosés, du puritanisme, du cynisme étatique qui, ayant fait de la santé un marché, tue nos immunités sous couvert de les préserver ?
Nous sommes à l’orée d’un gigantesque basculement. Il résulte paradoxalement d’une lente prise de conscience qui sensibilise les individus à la richesse de leur subjectivité créatrice. Celles et ceux qui n’ont plus d’autre réalité tangible qu’une existence chaque jour appauvrie par la glaciation capitaliste découvrent telle une arme secrète cette volonté de vivre irrépressible qui les tient debout. Nous avons trop à nous préoccuper d’une vie à construire pour nous soumettre aux injonctions du marché.
Comme vous dites, vous les zapatistes, « nous ne sommes pas un modèle, nous sommes une expérience ». Ce qui est vrai pour un peuple attaché à sa spécificité est également vrai pour les individus spécifiques que nous sommes, avec notre histoire familiale et universelle, avec nos particularités personnelles, sollicités par l’effort constant de nous rééquilibrer dans une société où tout est entrepris pour nous faire vaciller et tomber à genoux.
L’Armée nationale de libération zapatiste ne mène pas une guerre sur le grand échiquier mondial des intérêts privés. Elle entre dans le jeu d’une vie qui bouleverse les règles tactiques et stratégiques des puissances résolues à nous anéantir.
L’autonomie individuelle et collective sera la base d’une internationale du genre humain. La simplicité de l’auto-organisation nous offre la capacité d’annuler la complexité des sociétés bureaucratiques.
L’ordre chaotique mondial repose sur trois ou quatre évidences crapuleuses qui gèrent nations et continents en les coupant de leur réalité vivante, en les tratant de manière abstraite. Quelles sont ces mécanismes, aussi rudimentaires qu’efficaces, qui déterminent nos mentalités et nos comportements? La prédation, la guerre concurrentielle du profit et l’identification de la liberté vitale aux libertés marchandes.
Le basculement en cours implique un retour à la base qui sape et éradique la structure hiérarchique. Il rend caduque l’échelle du haut et du bas où les générations se cramponnent depuis si longtemps avec l’incertaine conviction de s’élever ou de déchoir.
La diversité des insurrections mondiales est issue d’une expérience commune et poétique : vivre ensemble en quête d’une harmonie toujours improbable et néanmoins possible.
La simplicité de notre démarche tient à quelques banalités de base : priorité absolue à l’être humain, refus des chefs et des mandataires autoproclamés, rejet des appareils bureaucratiques, politiques et syndicaux.
Le mandat impératif des décrets pris par l’assemblée de démocratie directe est une verticalité soumise à une horizontalité qui sauvegarde les droits de la minorité. Elle prémunit contre les risques de récupération et contre les joutes de gladiateurs matamoresques dont on oublie qu’elles se déroulent dans les arènes de la mise en scène spectaculaire. On ne nous prendra plus au piège de ces affrontements traditionnels entre conservatisme et progressisme qui nous éloignent du vrai combat, celui de la vie quotidienne contre l’exploitation de la nature terrestre et humaine. Au moins avons-nous appris que la question préliminaire à poser à qui nous propose ses services est : à qui cela profite-t-il ?
La mise en œuvre de microsociétés autonomes, solidaires et fédérées est la réalité qui va supplanter à plus ou moins longue échéance le délabrement étatique et mondial. Le Pouvoir est plongé dans l’urgence du profit à grappiller. Son espace monétaire se rétracte.
Nous sommes, nous, dans l’espace et dans le temps d’une vie qui renaît, nous sommes au seuil d’une renaissance, celle d’une histoire s’ébrouant de son passé déplorable. « Nous sommes là. » Cette tranquille évidence est commune aux zapatistes, aux gilets jaunes et à l’insurrection qui s’embrase du Chili à la Thaïlande. Elle évoque le harcèlement d’une guérilla où la vie frapperait par à coups les ennemis d’une société qui veut vivre et non se déliter et périr.
La multitude des anonymes qui portent en eux la révolte est considérable. Mais elle n’aura que la valeur d’un chiffre tant qu’elle ne rayonnera pas de cette force qu’est la conscience humaine, la conscience que chacune et chacun prend de son humanité, la conscience d’être à la fois une poignée et des millions à vouloir vivre dans un monde où plus jamais nous ne serons traités comme des objets.
Plus la femme affirmera sa prééminence acratique (sans pouvoir), plus il apparaîtra que ce qu’il y a de masculin chez la femme et de féminin chez l’homme offre au désir amoureux une gamme où la liberté de moduler dispense d’avoir à justifier son comportement et de s’émietter dans des catégories manipulables par le Pouvoir en quête de boucs émissaires.
L’État n’est plus qu’un rouage de la machine mondiale qui tire profit de la destruction de la vie. En ce sens, il est fini mais ce qui lui succède est pire. Or, nous ne voulons pas que la liquidation des instances étatiques marque le triomphe d’une réification à laquelle n’ont jamais atteint les pires despotismes. Désormais, ce n’est plus la fin de l’État que nous revendiquons au nom de la liberté opprimée, c’est son dépassement – sa conservation et sa négation. Cette res publica, ce bien public que nous avions acquis de haute lutte, il l’a vendue aux intérêts privés. Que reste-t-il de l’éducation, des transports, du secteur sanitaire, du logement, de l’aide aux plus faibles ? N’est-ce pas à des micros sociétés fédérées et en voie d’humanisation qu’il appartient de restaurer et de développer le bien-être auquel chaque être a droit dès sa naissance ?
Enfin, il n’est pas superflu de le rappeler : le capitalisme n’est qu’une forme relativement récente de la vieille et permanente exploitation de la nature terrestre et de la nature humaine. « L’homme est la nature prenant conscience d’elle-même » disait Elisée Reclus. Le système marchand brise le fragile équilibre que seule rétablira une nouvelle alliance avec la nature. C’est ce qui donne son véritable sens à nos luttes.
La liberté c’est la vie, vivre c’est être libre. Ce qui garantit l’authenticité du propos et lui évite de tourner à la formule creuse, c’est l’expérience vécue de microsociétés où le gouvernement du peuple est exercé directement par lui-même.
Amis et amies zapatistes, amies et amis gilets jaunes, je n’ai rien énoncé que vous ne sachiez déjà. Ce que vous nous faites savoir en revanche, c’est que sans l’audace et sans l’obstination que confère le simple attrait de la vie, rien ne changera.
Soyez-en remerciés !
Raoul Vaneigem
15 juin 2021
https://barraventopensiero.blogspot.com/2021/06/benvenuto-agli-zapatisti-di-raoul.html