Η Επιβιβαση

Από το σημειωματάριο του Γατόσκυλου:

Η Επιβίβαση

Η επιβίβαση στο Βουνό (Λα Μοντάνια) έγινε στις 30 Απριλίου του 2021, την καθορισμένη ώρα. Το πλοίο βρισκόταν αγκυροβολημένο κάπου 50 οργιές από το λιμάνι, «μακριά από τη φασαρία και την ψεύτικη κοινωνία»1.  Γύρω του πετούσαν μαυροκέφαλοι γλάροι, κορμοράνοι, θαλασσοπούλια, ίβιδες, ως κι ένα αθώο, χαμένο, κολίμπρι πάσχιζε να φτιάξει τη φωλιά του στην πλώρη. Στην καρίνα του πλοίου, κάτω από την ίσαλο γραμμή, ρινοδέλφινα έπαιζαν στο τύμπανο μια cumbia, ένας φαλαινοκαρχαρίας κρατούσε το ρυθμό με τα πτερύγιά του και το σαλάχι μάντα άπλωνε τα μαύρα του, σαν ιπτάμενους γοφούς, πτερύγια .

Η πειρατική ομάδα προχωρούσε με επικεφαλής των Εξεγερμένο Υποδιοικητή Μοϊσές, ο οποίος, μαζί με ένα στράτευμα που απαρτιζόταν από μια εξεγερμένη tercia, έναν εξεγερμένο οδηγό και μηχανικό του EZLN, έναν οδηγό από τις βάσεις στήριξης, 5 terci@s2, μια διοικήτρια και δυο διοικητές, βρισκόταν εκεί για να αποχαιρετίσουν τη δια θαλάσσης αντιπροσωπεία, τη Μοίρα 421, και για να επαληθεύσουν, επί τόπου, ότι το πλοίο διέθετε  όλα τα απαραίτητα για τη ναυτική εποποιία. Μια ομάδα στήριξης της Κομισιόν Σέξτα παρευρισκόταν για να γράψει τις νεκρολογίες των πεσόντων στη δράση.

Δεν υπήρξε αντίσταση εκ μέρους του πληρώματος. Ο καπετάνιος μάλιστα είχε προηγουμένως διατάξει να υψωθεί στο κατάρτι της πλώρης, ένα φλάμπουρο που απεικονίζει τη ζαπατίστικη ναυτική αντιπροσωπεία, συμπεριλαμβάνοντας έτσι το Λα Μοντάνια και όλο του το πλήρωμα στον αγώνα για τη ζωή. Με τα κατάρτια χωρίς πανιά, το σύμβολο του ζαπατίστικου παραληρήματος, κυμάτιζε στον άνεμο ακόμα πιο φωτεινό και ορμητικό.

Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι ήταν μια συναινετική επιβίβαση. Δεν υπήρξε καμία επιθετική κίνηση ούτε από το ζαπατίστικο στράτευμα ούτε από τους αμφιτρύωνες ναυτικούς. Θα μπορούσαμε μάλιστα να πούμε ότι, ανάμεσα σε εμάς και το πλήρωμα του Λα Μοντάνια, υπήρχε ένα είδος συνενοχής. Αν και, στην πρώτη συνάντηση,  κι εκείνοι ήταν τόσο έκπληκτ@ όσο κι εμείς.

Κι αν δεν στεκόμαστε ακόμα εκεί κοιτάζοντας οι μεν τους δε, ακίνητοι, είναι γιατί ξάφνου ένα ζωύφιο, καταπληκτικής ομοιότητας με σκαθάρι, ορμώντας από την πρύμνη, ούρλιαξε: «Επιβίβαση! Αν είναι πολλοί, τρέχουμε! Αν είναι λίγοι, κρυβόμαστε! Κι αν δεν υπάρχει κανείς, εμπρός! Για να πεθάνουμε γεννηθήκαμε!». Αυτό καθόρισε τα πάντα. Το πλήρωμα κοίταζε άναυδο το σκαθάρι και εμείς… . εμείς δεν ξέραμε αν έπρεπε να ζητήσουμε συγνώμη για την εισβολή ή να προσχωρήσουμε στην πειρατική επίθεση.

Ο Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μοϊσές πίστεψε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή για τις συστάσεις κι έτσι είπε: «Καλησπέρα. Ονομάζομαι Μοϊσές, Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μοϊσές και αυτές είναι…». Γυρνώντας για να συστήσει το στράτευμα, ο ΣουπΜόι συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν κανείς εκεί.

Όλ@ εξερευνούσαν ήδη το πλοίο με- αδέξια κρυμμένες- εκφράσεις χαράς και ενθουσιασμού: οι συντρόφισσες της αντιπροσωπείας, ως άλλες βασίλισσες της Καραϊβικής, χαιρετούσαν από την κουπαστή τα, γεμάτα τουρίστες, σκάφη, που τις κοίταζαν με περιέργεια και κατάπληξη, ίσως παραξενεμένοι που με τόση ζέστη οι συντρόφισσες φορούσαν μακριές φούστες. Κυρίως γιατί οι τουρίστριες φορούσαν κάτι μπικίνι που όντας ημίγυμνες δεν μπορούσαν να πιστέψουν αυτό που έβλεπαν. Η Μαριχοσέ πήγε στην πλώρη και από εκεί ατένιζε το σπίτι της Ixchel3 και σκεφτόταν μήπως καλύτερα να  έβαζε το σούπερ κοντό σορτσάκι της γιατί μάλλον, σε επίπεδο αισθησιασμού,  δεν υπήρχε θέμα ταπείνωσης των γυναικών της πόλης.

Οι διοικητές Νταβίντ και Ορτένσια έδιναν τις τελευταίες οδηγίες σε μια Λουπίτα με ένα χαμόγελο τόσο μεγάλο που ξεχείλιζε από τη μάσκα της. Ο διοικητής Ζεβεδέο επαναλάμβανε στον εαυτό του: «δεν θα ζαλιστώ, δεν θα ζαλιστώ», που είναι το αντιεμετικό που του σύστησε ο ΣουπΓκαλεάνο.

Οι terci@s (4 άνδρες, μια συντρόφισσα και μια εξεγερμένη) από τη μεριά τους, τραβούσαν φωτογραφίες και βίντεο από όλα, και, όταν λέω «από όλα», εννοώ από όλα. Μην εκπλαγείτε λοιπόν αν στις φωτογραφίες φαίνονται μόνο φινιστρίνια, σχοινιά, η αλυσίδα της άγκυρας, στροφείς, σημαδούρες, μουσαμάδες, κουβάδες ξενερίσματος, και άλλα τέτοια που  ταιριάζουν σε ένα πλοίο που προτίθεται να διασχίσει τον Ατλαντικό με την ευγενή αποστολή να εισβάλει… εμμμ…θέλω να πω, να κατακτήσει… θέλω να πω, να επισκεφτεί την Ευρώπη.

O Μαρσελίνο και ο Μονάρκα ρώτησαν πού βρισκόταν το μηχανοστάσιο, έβγαλαν μια εργαλειοθήκη ποιος ξέρει από πού και με πένσες και κατσαβίδια κατευθύνθηκαν προς το μέρος που πίστευαν ότι ήταν ο κινητήρας επειδή, όπως εξήγησαν στον άναυδο καπετάνιο, κατάλαβαν από τον ήχο που έβγαζε ότι χρειαζόταν ρεγουλάρισμα. Ο Μπερνάλ και ο Φελίπε (αντικαταστάτης του Νταρίο, -που χρειάστηκε να μείνει πίσω για τα διαβατήρια των παιδιών του- 49 ετών, με καταγωγή τσελτάλ, μιλάει τσελτάλ και καστιλιάνικα με ευχέρεια, είναι πατέρας 4 παιδιών, το μεγαλύτερο 23 χρόνων και το μικρότερο 13. Έχει υπάρξει πολιτοφύλακας, λοχίας, τοπικός υπεύθυνος, μέλος του Αυτόνομου Συμβουλίου σε MAREZ, μέλος του Συμβουλίου Καλής Διακυβέρνησης, δάσκαλος στο Μικρό Σχολείο και οδηγός. Μουσική που του αρέσει: ρομαντική, banda, rancheras,cumbia και επαναστατικά τραγούδια. Αγαπημένα χρώματα: μαύρο, μπλε και γκρι. Προετοιμάστηκε 6 μήνες για την αποστολή και προσφέρθηκε να ταξιδέψει με το πλοίο ως αντικαταστάτης. Προηγούμενη εμπειρία στη θάλασσα: καμία) πλεύρισαν τη ζαπατίστικη ομάδα μηχανικών (μπας και, μεσοπέλαγα, χρειαζόντουσαν τίποτα  επισκευές).

Το πλήρωμα του Λα Μοντάνια, μόλις συνήλθε από την αμηχανία μιας τόσο διαφορετικής επιβίβασης, κατανεμήθηκε στρατηγικά στο κατάστρωμα φροντίζοντας να μην καταλήξει ο ζαπατίστικος ενθουσιασμός με έναν από εμάς στη θάλασσα.

Αλλά μη νομίζετε, και κάτι τέτοιο να συνέβαινε, ήμασταν προετοιμασμένοι: το προηγούμενο βράδυ είχαμε συζητήσει τι (λόγω της σύνθεσης της αντιπροσωπείας), θα έπρεπε να φωνάξουμε αν συνέβαινε κάτι τέτοιο: «άντρας στη θάλασσα» ή «γυναίκα στη θάλασσα» ή «άλλoη στη θάλασσα» ή «tercio στη θάλασσα» ή «σωφέρ στη θάλασσα» ή «σκαθάρι στη θάλασσα» και ούτω καθεξής. Το πρόβλημα ήταν ότι για να ξέρουμε τι να φωνάξουμε, έπρεπε πρώτα o ΣουπΜόι να ελεγξει τη λίστα για να δει ποιος έλειπε και μετά να δώσει την εντολή «panico a sotavento» (στην οποία εντολή η αντιπροσωπεία είχε εξασκηθεί στην εντέλεια, στη ζώνη Ναυαγίων και Καταβύθισης του Εκπαιδευτικού Κέντρου), για να φωνάξουν όλ@. Καθώς τα δευτερόλεπτα που θα χάνονταν (στην πραγματικότητα, στην εξάσκηση ήταν ολόκληρα λεπτά) θα μπορούσαν να αποβούν καθοριστικά, αποφασίστηκε ότι θα φωνάξουμε «Ζαπατίστας στη θάλασσα!». Ευτυχώς δεν συνέβη τίποτα τέτοιο, πράγμα το οποίο έσωσε τους Μάγιας κουρσάρους ( με βούλα από τα Συμβούλια Καλής Διακυβέρνησης) από τη γελοιοποίηση και την κοροϊδία στο μπαρ Mota Negra στην Κοπεγχάγη της Δανίας4

Το πλήρωμα δεν άργησε να κολλήσει τον ζαπατίστικο ενθουσιασμό και παρότι χρόνια ναυτικοί στους ωκεανούς, είδαν, μέσα από το ζαπατίστικο βλέμμα, με καινούργιο μάτι τη θάλασσα, μια θάλασσα ήρεμη που γιόρταζε μια τόσο απροσδόκητη επίσκεψη, αφήνοντας πίσω της την αυθάδεια των τουριστών του κόσμου. Ο καπετάνιος του πλοίου πήρε τον ΣουπΜόι στη γέφυρα και τον έβαλε στο τιμόνι, ενώ οι terci@s compas έβγαζαν φωτογραφίες… του νερού (οπότε θα έχουμε πολλές φωτογραφίες της θάλασσας χωρίς παρεμβολές).

Η ναυτική αντιπροσωπεία των ζαπατίστας, που σωστά ονομάστηκε Μοίρα 421, πέρασε από τον ενθουσιασμό στις οδηγίες προφύλαξης και βομβάρδιζε το πλήρωμα με λογικές ερωτήσεις: «αν πέσει κεραυνός και κοπεί το πλοίο, τι κάνουμε;», «κι αν ανοίξει μια τρύπα και εξαφανιστεί όλο το νερό με μιας, θα πρέπει να περπατήσουμε;», «και εσείς τι κάνετε για να φάτε αφού δεν έχετε χωράφι για καλαμπόκι;», «και πώς θα ξέρει ο άνεμος προς ποια κατεύθυνση πηγαίνουμε;», «και πού κοιμάται η θάλασσα όταν νυστάζει;», «και αν είναι θλιμμένη η καρδιά της θάλασσας, πώς κλαίει;», «πόσο μεγάλη πρέπει να είναι η καρδιά για να αγαπήσει και να φροντίσει τη θάλασσα που είναι τόσο μεγάλη;», «και όπως εμείς υπερασπιζόμαστε τη γη, υπάρχει κάποιος που να υπερασπίζεται την θάλασσα;».

Τα μέλη του πληρώματος του Λα Μοντάνια: ο καπετάνιος Ludwig (από τη Γερμανία),ο  Edwin (από την Κολομβία), η Gabriela (από τη Γερμανία), ο Ete (από τη Γερμανία) και ο Carl (Γερμανία)- κοιταζόντουσαν σαστισμένοι και έλεγαν από μέσα τους: «“In welche Schwierigkeiten bin ich geraten?» (εκτός από τον Edwin, που σκεφτόταν στα ισπανικά: «Διάολε!, πού έχω μπλέξει!»).

_*_

Και το μικρό σκαθάρι; Λοιπόν, προβλέποντας ότι θα προσπαθούσαν να το πετάξουν στη θάλασσα (παρά το γεγονός ότι “εγώ ηγήθηκα της επιβίβασης με γενναιότητα, χάρη και ασυναγώνιστη κομψότητα“, σύμφωνα με το ίδιο), ανέβηκε στο παραπέτο και από εκεί ψηλά απήγγειλε σε άψογα γαλικιανά:

Θα επιστρέψω, θα επιστρέψω στη ζωή
όταν το φως σπάσει σε θραύσματα
γιατί ξεριζώσαμε όλη την υπερηφάνεια της θάλασσας
δεν θα βυθιστούμε ποτέ ξανά
για τη μνήμη δεν θα υπάρξει πια γυρισμός,
δεν θα ταπεινωθούμε ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ.5

Στην Ανατολή, πολύ μακριά, τα κύματα στα ανοιχτά των ακτών της Γαλικίας επαναλάμβαναν: «Ποτέ ξανά».

Βεβαιώνω.

Το Γατόσκυλο.
Ακόμα στο Μεξικό, Μάης του 2021.

 

Σημειώσεις:

  1. «μακριά από την φασαρία και την ψεύτικη κοινωνία» – στίχοι από το τραγούδι Hijo del Barrio του Alfredo Jiménez.
  2. Terci@s compas ονομάζονται οι συντρόφισσες και οι σύντροφοι που δουλεύουν στα ζαπατίστικα μέσα ενημέρωσης.
  3. Η Ixchel είναι για τ@ς Μάγιας η θεά του φεγγαριού, του νερού, της γέννησης, της ιατρικής και της ύφανσης.
  4. Ο Δον Ντουρίτο, το σκαθάρι, επισκέφτηκε το μπαρ Mota Negra κατά τη διάρκεια της πειρατικής του επίσκεψης στην Ευρώπη το 1999.
  5. Στίχοι από το τραγούδι Memoria da Noite της μπάντας Mägo de Oz.

Μουσική: Απόσπασμα του «Aires Bucaneros», στίχοι του ποιητή Luis Palés Matos. Μουσική: Roy Brown.

Μουσική: Memoria da Noite. Στίχοι: Xabier Cordal. Μουσική: Bieito Romero. Tραγουδά: Luar Na Lubre, συνοδεύουν η Rosa Cedrón και ο Pedro Guerra.